ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ,ΤΟΥ ΑΡΡΑΒΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΛΕΙΔΩΝΑ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ
1. Το προξενιό
2. Η φατούρα
3. Ο γάμος
4. Η προίκα στον Πυργετό
5. Ο ΚΛΗΔΟΝΑΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ
6. Βιβλιογραφία-Πηγές πληροφόρησης
Το προξενιό
Όταν κάποιος νέος έφτανε σε ηλικία γάμου και αποφάσιζε να παντρευτεί, την υπόθεση την αναλάμβανε ο προξενητής ή προξενήτρα.
Αν ήθελε να παντρευτεί μια κοπέλα που γνώριζε ο ίδιος ο υποψήφιος γαμπρός η είχε κάποια κατά νου τότε <<έστελναν προξενιό>> όπως έλεγαν.
Αν ούτε ο γαμπρός ούτε κανείς άλλος συγγενής και φίλος ήξερε κάποια κοπέλα που ήθελε να παντρευτεί και να ταίριαζε του γαμπρού πρότεινε κάποια που είχε υπόψην του ο προξενητής ή προξενήτρα.
Ο προξενητής ή προξενήτρα ήταν άτομα έμπειρα που κάνανε συχνά αυτή τη δουλειά είτε από ευχαρίστηση καθότι θεωρούσαν ότι διαπράττουν θεάρεστο έργο είτε από ίδιον όφελος κερδίζοντας έτσι συνήθως ένα ζευγάρι παπούτσια (αρκετά καλό, πρακτικό κι εύχρηστο δώρο σε χαλεπούς καιρούς) και ότι άλλο είχαν ευχαρίστηση οι γονείς των μελλονύμφων ανάλογα με την οικονομική τους δυνατότητα και το πόσο δύσκολη ήταν η περίπτωση του παιδιού τους (δηλ. πόσα μειονεκτήματα είχε).
Αν αποφάσιζαν να πάνε να δούν την υποψήφια νύφη, πηγαίνανε ο γαμπρός, ο προξενητής, ο πατέρας του γαμπρού ή τ’ αδέλφια του (μονό αν υπήρχαν άρρενες και μάλιστα ενήλικες και ένας – δυο το πολύ ή διαφορετικά κάποιος άλλος συγγενής τους συνήθως κάποιος θείος) .
Η παραπάνω συνήθεια καταστρατηγούνταν πολλές φορές με αποτέλεσμα να πάνε να δούν την υποψήφια νύφη σχεδόν όλο το σόι του γαμπρού και η οικογένεια της μελλόνυμφης να υποβάλλεται σε δυσβάσταχτα έξοδα σε εποχές που κι η απλή επιβίωση δεν ήταν δεδομένη.
Το γεγονός αυτό ανάγκασε τη μητρόπολη Τρίκκης σε αρχιερατικό έγγραφο της με ημερομηνία 14 Οκτωβρίου 1795 το οποίο απευθυνόταν σε κλήρο και λαό να λάβει μέτρα κατά των ακραίων αυτών φαινομένων προς ανακούφιση των οικογενειών που είχαν να παντρέψουν κορίτσια.
Σε κάποιες περιπτώσεις συμφωνούσαν μόνο οι πατέρες του ζευγαριού ερήμην του κι έτσι ο γαμπρός και η νύφη γνωρίζονταν μετά το γάμο όταν πήγαιναν στην εκκλησία για να στεφανωθούν, ενώ πριν και καθ’όλη τη διάρκεια του μυστηρίου η νύφη ήταν σκέπασμενη με τα πέπλο.
Κάποιες φορές όμως και σε αυτή τη περίπτωση πριν το γάμο, ο γαμπρός και οι δικοί του πήγαιναν και γνωρίζονταν. Άμα καμιά φορά, η νύφη δεν ήταν όμορφη, τότε το συμπεθεριό έδειχνε στο γαμπρό άλλη κοπέλλα, όμορφη. Όταν όμως τελείωνε ο γάμος, και ξεσκέπαζαν τη νύφη ήταν πολύ αργά για τον γαμπρό.
Υπήρχαν επίσης περιπτώσεις που τύχαινε ο ένας από τους δυο μελλονύμφους να γνωρίζει τον άλλον ενώ ο άλλος όχι και να έχει δώσει την συγκατάθεση του οι δε οικείοι του να συμφωνήσουν με τους μέλλοντες συμπεθέρους ερήμην του ετέρου μελλονύμφου με αποτέλεσμα αυτός να γνωρίσει το πρόσωπο που θα συμβίωνε το υπόλοιπο της ζωής του κατά την εκτέλεση του μυστηρίου.
Άμα πάλι, ο γαμπρός δεν ήταν όμορφος η’ είχε κάποιο πρόβλημα (πχ. μια μικρή αναπηρία, αλλήθωρος, μεγάλος σε ηλικία κτλ.)τότε χαμήλωναν τις απαιτήσεις στην προίκα η’ και δεν ζητούσαν καθόλου.
Πολύ λίγες ήταν οι περιπτώσεις κλοπής της νύφης καθώς και γάμων από έρωτα καθώς στην μεν πρώτη υπήρχε ο κίνδυνος βεντέτας και αιματοχυσίας σε περίπτωση που οι γονείς της νύφης δεν έδιναν την συγκατάθεση τους στην δε δεύτερη δεν το επιτρέπανε τα ήθη της εποχής.
Η φατούρα
Όταν οι πλευρές των ενδιαφερομένων συμφωνούσαν τα αρραβωνιάσματα που στις περισσότερες περιπτώσεις σύμπιπταν με το προξενιό τότε ο προξενητής, μαζί με τον πλησιέστερο συγγενή του γαμπρού και τον πλησιέστερο συγγενή της νύφης συντάσαν και υπογράφαν την φατούρα, δηλαδή ένα είδος σημερινού συμφωνητικού.
Στη φατούρα η οικογένεια της νύφης ζητούσε ένα ειδικό ποσό χρημάτων, παπούτσια για τον προξενητή και για τους κουνιάδους και κουνιάδες, ένα ντουμπλόνι χρυσό, ένα βραχιόλι σκουλαρίκια κλπ.
Αν τυχών ο γαμπρός δεν συμφωνήσει με τη φατούρα της νύφης, διαλύονται οι αρραβώνες.
Μετά την υπογραφή της φατούρας οι δύο νέοι ήταν αρραβωνιασμένοι επισήμως και οι οικογένειες τους διαδίδανε το νέο στο κοινωνικό τους περίγυρο.
Από την ημέρα που θεωρούνταν αρραβωνιάσμενοι μέχρι την ημέρα που παντρεύονταν οι μελλόνυμφοι δεν βλέπονταν μεταξύ τους.
Η φατούρα που έγινε το βράδυ των αρραβώνων πραγματοποιείται τρεις μέρες προ του γάμου συνήθως τότε η νύφη εκάνε τραπέζι το σόϊ του γαμπρού και στο τραπέζι παραβρισκόταν τα ίδια πρόσωπα που είχαν παραβρεθεί και στους αρραβώνες.
Ο γάμος
Οι γάμοι γίνονταν τις Κυριακές.
Την εβδομάδα του γάμου οι ετοιμασίες άρχιζαν απ’ τη Δευτέρα.
Οι γυναίκες συγγενείς και οι γειτόνισσες των μελλονύμφων πήγαιναν καθημερινά στα σπίτια τους για να βοηθήσουν στις ετοιμασίες.
Μεσοβδόμαδα και νεαροί άρρενες συγγενείς και γείτονες των μελλονύμφων καλούσαν όλο το Πυργετό στο γλέντι που θα γινόταν το Σαββατόβραδο.
Τη Πέμπτη, ζύμωναν τις κουλούρες για να καλέσουν επίσημα μ’ αυτές τους βλαμάδες και το νουνό.
Τη Παρασκευή και το Σάββατο, έσφαζαν αρνιά και πρόβατα.
Το Σαββατόβραδο παραβρίσκονταν όλοι όλοι οι κάτοικοι του Πυργετού στο γλέντι που έκαναν.
Όσοι χωριανοί πήγαιναν στο γλέντι, τους πήγαιναν κουλούρες, για να τους ευχηθούν.
Και το γλέντι έφτανε μέχρι το πρωί.
Τη Κυριακή, το πρωί και το μεσημέρι, συνέχιζαν το γλέντι, μέχρι να παν για τα στέφανα.
Τη Κυριακή που θα γίνoταν ο γάμος, ξεκινούσε όλο το σόϊ του γαμπρού μαζί με τους καλεσμένους να πάνε να πάρουν τη νύφη να την πάνε στην εκκλησία, όπου θα γίνουν τα στέφανα.
Μπροστά απ’ όλο το σόϊ του γαμπρού πηγαίνει το φλάμπουρο, που είναι ένα είδος σημαίας, που παριστάνει τον προστάτη Άγιο του Πυργετού Άγιο Αθανάσιο ή τον Άγιο Δημήτριο ή τον Άγιο Γεώργιο.
Όταν ήταν να πάρουν νύφη απ’ άλλο χωριό, ξεκινούσε το συμπεθεριό απ’ το γαμπρό με τα βοϊδάμαξα και με τ’ άλογα. Αυτοί που ‘χαν άλογα, πήγαιναν μπροστά. Ένας απ’ αυτούς κρατούσε ένα φλάμπουρο.
Τους πέντε-έξι άνδρες με άλογα, που τους ονόμαζαν, σκαριάτες έτρεχαν ποιος θα φτάσει πρώτος στο σπίτι της νύφης, να πάρει την κανάτα με το κρασί. Αυτή ήταν μια συνήθειά τους.
Όταν όλος ο κόσμος έφτανε στο σπίτι της νύφης, μαζί με τον γαμπρό, έβγαιναν μπροστά οι συμπέθεροι και τους καλωσόριζαν.
Μετά, όταν έφταναν κι οι άλλοι, γίνονταν τα στέφανα, αφού έδωναν τα δύο σόϊα μεταξύ τους τις πρώτες ευχές, ξεκινούσαν για την εκκλησία έχοντας πάντα μπροστά τους το φλάμπουρο.
Μερικές φορές, οι γάμοι τελούνταν στα σπίτια.
Αν τα στέφανα γινόταν στην εκκλησία, προτού ξεκινήσει η νύφη, χόρευε στο σπίτι της, ενώ ταυτόχρονα, έτρεχαν οι καβαλάρηδες στο σπίτι των κουμπάρων. Όποιος πήγαινε πρώτος, τού ‘διναν μια κανάτα με κρασί και στο γκέμι τού ‘δενε ένα άσπρο μαντήλι. Ύστερα έρχονταν κι οι άλλοι με τα όργανα και πέρναν τους κουμπάρους και πήγαιναν για την εκκλησία.
Αν τα στέφανα γινόταν στο σπίτι της νύφης τότε περνούσε η συνοδεία του γαμπρού και έπαιρναν τους κουμπάρους για να πάνε να τελέσουν το μυστήριο.
Αφού γινόταν τα στέφανα, όλοι μαζί έβγαιναν από την εκκλησία και έστηναν χορό στο προαύλιο της η΄ αν οι γάμοι τελούνταν στα σπίτια έστηναν χορό στην αυλή του.
Στο χορό πρώτος χόρευε ο νουνός η΄ νούνος (νονός του γαμπρού) που τον κρατούσε ο κουμπάρος(που ήταν συνήθως ο γιος του).
Ύστερα έσερναν το χορό ο πεθερός και η πεθερά.
Μετά τα αδέρφια του γαμπρού και μετά τα αδέρφια της νύφης.
Στο χορό ο κουμπάρος κρατούσε το ζευγάρι και ο γαμπρός τους συγγενείς της νύφης ενώ η νύφη τους συγγενείς του γαμπρού.
Τον πεθερό τον κρεμούσαν το τρουβά και τη φτσέλα και τη πεθερά τη σίτα και τη σκούπα. (Σαν να εννοούσαν πως η νύφη με τις απαιτήσεις της θα τους κούραζε περισσότερο). Μετά χόρευαν τα σόϊα και τέλειωνε ο γάμος δηλ. το γλέντι.
Αφού τελείωνε ο χορός πήγαιναν για το σπίτι του γαμπρού.
Έβαζαν τη νύφη και τον γαμπρό με τους βλαμάδες πάνω σ’ ένα κάρο.
Στο δρόμο επειδή η νύφη είχε τη συνήθεια να μην μιλάει οι βλαμάδες έκαναν διάφορες ερωτήσεις τη νύφη για να την κάνουν να μιλήσει.
Μπροστά στην πόρτα απ’ το σπίτι, στέκονταν η πεθερά της νύφης και την περίμενε μ’ ένα δώρο.
Όταν έφτανε το ζευγάρι η πεθερά με τη ζώνη από την παραδοσιακή της στολή τους τύλιγε και τους τραβούσε μέσα στο σπίτι μετά η νύφη της φιλούσε το χέρι κι αυτή την έδινε το δώρο και την κερνούσε γλυκό.
Και προτού μπει μεσ’ στο σπίτι την έβαζε και πατούσε με το δεξί σ’ ένα σίδερο, συνήθως ένα υνί η΄ πέταλο, για να ‘ναι σιδερένια.
Μόλις έφταναν στο σπίτι του γαμπρού έβαζαν ένα σιδερένιο υνί στην πόρτα, απ’ όπου θα περνούσε η νύφη για να γίνει σιδερένια όπως έλεγαν.
Εκεί το έστηναν πάλι στο γλέντι και μάλιστα οι πλησιέστεροι συγγενείς του γαμπρού και της νύφης γλεντούσαν μέχρι το πρωί.
Την άλλη μέρα το σόϊ πήγαιναν τη νύφη στο ποτάμι, και την έλεγαν: «Κλώτσα νύφη τη κανάτα για να βρει κορφή και πάτο». Κι η νύφη κλωτσούσε και έριχνε στο ποτάμι τη κανάτα.
Μετά έβαζαν τη νύφη να φτιάξει πίτα για να φιλέψει τους βλαμάδες.
Έτσι τελείωναν τα δρώμενα του γάμου.
Η προίκα στον Πυργετό
Η προίκα στον Πυργετό σε γενικές γραμμές δινόταν πάντα ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας της νύφης την νοητική, σωματική και εμφανισιακή κατάσταση της ιδίας και την αντίστοιχη του γαμπρού.
Η προίκα χωριζόταν συνήθως στις εξής πέντε κυρίες κατηγορίες :
Παραθέτω αυτούσιο το απόσπασμα του αρχιερατικού έγγραφου:
<<Όλαι δε αύται αι ειρημέναι τάξεις να λαμβάνωσι εις τους γάμους δύο μόνο μπρατίμους και μετά το φίλευμα του πεθερού όπου γίνεται την β΄εσπέρας να φεύγωσιν οι τε μπράτιμοι και οι υπηρέται, όστις δε των γαμβρών θέλει να πηγαίνη εις τον πενθερόν του ή όστις των πενθερών εις τον γαμβρόν του να λαμβάνη εκάτερος τρεις πλησιέστερους συγγενείς του και να πηγαίνη. Έτι δε να παύσωσι από του νυν και εις το εξής τα βρακοϋποκάμισα και γλυκά όπου στέλλονται εκ μέρους της νύμφης προς τον νυμφίον γινομένου του συνοικεσίου. Ομοίως να παύσωσι και τα πεσχέσια του γαμβρού προς τον πενθερόν και άλλους συγγενείς εν τω των γάμων καιρώ (...)>>
Στο τέλος του έγγραφου δια την σίγουρη εφαρμογή του μέτρου η μητρόπολις απειλεί τους πιστούς με επιτίμια και κατάρες.
Ορίστηκε έτσι κάθε τάξη να δίνει όσα παρακάτω περιγράφονται αναλυτικά χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν γινόταν παζαρέματα ,αλλαγές, πλεονασμοί ή παραλήψεις και εκπτώσεις επί ων γενικών κατευθύνσεων και σε γενικές γραμμές πρέπει να ίσχυσε σίγουρα μέχρι την απελευθέρωση το 1881 και μάλλον να έφτασε ως τις αρχές του 20ου αιώνος.
Α. Η α΄τάξη έπρεπε να δίδη προίκα :
1. πεντακόσια γρόσια μετρητά,
2. οκτώ αλλαξιές εσώρουχα,
3. οκτώ μανδήλια μεταξωτά,
4. ένα στρώμα,
5. ένα πάπλωμα,
6. δύο προσκέφαλα,
7. ένα σεντόνι,
8. ένα καζάνι,
9. δύο στρέμματα αμπέλι,
10. δύο τσάπες,
11. ένα σεντούκι,
12. ένα κοφίνι,
13. μια σκάφη ,
14. ένα μπρίκι του καφέ
15. τρεις φορεσιές σκέτες,
16. δύο ζωνάρια αργυρά,
17. τριάκοντα μισόφλωρα στολίδια για φορεσιές,
18. ένα ζευγάρι σκουλαρίκια χρυσά,
19. δύο βαμβακερά υφαντά,
20. δύο φέσια,
21. μια λεκάνην
22. ένα αλέτρι.
Β. Η β΄τάξη να δίδη προίκα :
1. τριακόσια γρόσια μετρητά,
2. έξι αλλαξιές εσώρουχα,
3. έξι μανδήλια μεταξωτά,
4. ένα στρώμα,
5. ένα πάπλωμα,
6. δύο προσκέφαλα,
7. ένα σεντόνι,
8. ένα καζάνι μικρό,
9. ένα στρέμμα αμπέλι,
10. δύο τσάπες,
11. ένα σεντούκι,
12. ένα κοφίνι,
13. μια σκάφη ή λεκάνη ,
14. ένα μπρίκι του καφέ,
15. μια φορεσιά σκέτη,
16. ένα ζωνάρι αργυρό,
17. είκοσι μισόφλωρα στολίδια για φορεσιές,
18. ένα ζευγάρι σκουλαρίκια ασημένια,
19. ένα βαμβακερό υφαντό,
20. ένα φέσι,
21. ένα φωτιστικό(λυχνάρι ή λαμπόγυαλο) ή κηροπήγιο.
Γ. Η γ΄τάξη να δίδη προίκα :
1. εκατόν πεντήκοντα γρόσια μετρητά,
2. τέσσερα μανδήλια μεταξωτά,
3. μία φορεσιάν σκέτη,
4. δέκα μισόφλωρα στολίδια για φορεσιές.
Δ. Η τετάρτη τάξη να δίδη προίκα :
1. ογδόντα γρόσια μετρητά,
2. τρία υποκάμισα,
3. δύο προσκέφαλα,
4. ένα φέσι.
Ο ΚΛΗΔΟΝΑΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ
Στο χώρο της Ελληνικής Λαϊκής Μαντείας ο Κλήδονας κατέχει σπουδαία θέση. Πανάρχαιες οι ρίζες του, γνήσια ελληνικές, χάνονται στην Ομηρική εποχή και πιο πέρα.
Πρόκειται για ένα έθιμο που αν κι έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα η πρώτη γραπτή λεπτομερής περιγραφή γίνεται στους βυζαντινούς χρόνους.
Ο «Κλήδονας» είναι μια λαϊκή μαντική διαδικασία, από τις πιο τελετουργικές όλων των παραδόσεων του τόπου μας, σύμφωνα με τον οποίο αποκαλύπτεται στις άγαμες κοπέλες η ταυτότητα του μελλοντικού τους συζύγου.
Η ίδια η λέξη υπάρχει από την εποχή του Ομήρου, «κλήδων» ονομαζόταν ο προγνωστικός ήχος, και κατ' επέκταση το άκουσμα οιωνισμού ή προφητείας, ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων ή πράξεων κατά τη διάρκεια μαντικής τελετής, στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία.
Το έθιμο τούτο θα καλύψει σχεδόν όλη την υπαίθριο χώρο και μάλιστα εκείνες τις περιοχές στις οποίες η αποκατάσταση των κοριτσιών συναντούσε οικονομικές δυσκολίες και θα φτάσει σε πολλές περιοχές μέχρι την δεκαετία του 1950 αλλά είναι βέβαιο ότι μέχρι το 1940 στον Πυργετό και σε όλη την ελληνική ύπαιθρο τελούνταν κανονικά με διάφορες παραλλαγές.
Η ιδιομορφία στον Πυργετό είναι ότι δεν γίνεται τ’ Αϊ-Γιάννου στις 24 Ιουνίου όπως σχεδόν σε όλη την Ελλάδα αλλά συνδέεται με την πρωτομαγιά και την εορτή τ’ Αϊ–Θανάση (2 Μαϊου).
Με τον Κλήδονα οι ανύπαντρες κοπέλες ήθελαν να μάθουν αν θα παντρευτούν ή όχι τη χρονιά που περνούσαν και κατ’ επέκταση αν στην οικογένειά τους θα είχαν ευτυχία ή θα συμβεί κάτι το πολύ δυσάρεστο.
Οι κοπέλες του Πυργετού που ήταν υποψήφιες για παντρειά κανόνιζαν ποια κοπέλα θα έπαιζε το ρόλο της «Νύφης».
Η «Νύφη» έπρεπε να είναι ανύπαντρη, να είχε σειρά για γάμο και να ζουν οι γονείς της.
Το απόγευμα της προηγούμενης μέρας της Πρωτομαγιάς (30 Απριλίου) κάθε ανύπαντρη κοπέλα μάζευε μόνη της ορισμένα «αγριολούλουδα» που τα ονόμαζαν Κλήδονα και σχημάτιζαν μια «χεριά» (μικρή ανθοδέσμη) και τη «χεριά» αυτή την έδεναν με μια κλωστή διαφορετικού χρώματος (εκτός του μαύρου)για κάθε κορίτσι.
Μια – μια οι κοπέλες ή συνήθως παρέες – παρέες συγκεντρώνονταν στην αυλή του σπιτιού της «Νύφης» με τα αγριολούλουδα στο δεξί τους χέρι.
Όταν πια είχαν μαζευτεί όλες οι κοπέλες που θα λάβαιναν μέρος στον Κλήδονα η «Νύφη» ντυνόταν με λευκό φόρεμα βάζοντας και μια άσπρη μαντήλα (τσίπα) στο κεφάλι της.
Ύστερα έπαιρνε στα χέρια της μια φτίνα (ένα πήλινο δοχείο σαν στάμνα με αρκετό άνοιγμα στο στόμιο) και που είχε δυό λαβές καθώς και ένα καθαρό κόκκινο πανί κατά προτίμηση μεταξωτό.
Η ομήγυρη των κοριτσιών έβαζε στη μέση τη «Νύφη» και όλες οι κοπέλες χαρούμενες και γελαστές τραγουδούσαν το τραγούδι του Κλήδονα:
Συμμαζωχτήτε λυγερές
του Μαϊού, τ’ αϊ–Θανασιού
να βάλουμε τα κλήδονα
να βγουν λαμπρά
να βγουν δροσιά!
Καλορίζικα!
Ύστερα όλα τα κορίτσια, έχοντας μπροστά τη «Νύφη» έπαιρναν το δρόμο για τον παραρρέοντα Αγιαμονιώτη ποταμό .
Όταν έφταναν στην όχθη του ποταμού η «Νύφη», κρατώντας τη στάμνα με το δεξί της χέρι και με τη βοήθεια μιας κοπέλας, έπαιρνε «αμίλητη» νερό από το ποτάμι.
Η στιγμή αυτή ήταν ιερή.
Όλες οι κοπέλες έπρεπε να έπρεπε να είναι σιωπηλές και να προσέχουν προς το μέρος από όπου η «Νύφη» έπαιρνε νερό.
Πρόκειται για το λεγόμενο αμίλητο νερό με μαγικές (μαντικές), καθαρτικές κ.ά ιδιότητες. Αυτή που το έπαιρνε δεν έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν γιατί
τότε το αμίλητο νερό έχανε τις ιδιότητες του.Η σιωπή επιβάλλονταν και στην ομήγυρη.
Αν τυχόν καμιά κοπέλα, από απροσεξία, μιλούσε έστω και λίγο ή γελούσε έστω και πολύ λίγο τότε η «Νύφη» άδειαζε το νερό από τη στάμνα και ξαναγέμιζε με νερό το πήλινο δοχείο ενώ επικρατούσε σιγή.
Στη συνέχεια κάθε κοπέλα έδινε τα δικά της δεμένα λουλούδια (που και αυτά λέγονταν «Κλήδονα») στη «Νύφη», η οποία τα έβαζε με προσοχή στο πήλινο δοχείο.
Αφού, πλέον, έμπαιναν όλες οι ανθοδέσμες στη στάμνα η «Νύφη» σκέπαζε τη στάμνα με το κόκκινο ύφασμα και η ομήγυρη των κοριτσιών έστηνε χορό έχοντας στη μέση τη στάμνα και τραγούδαγε το εξης:
Συμμαζωχτήτε λυγερές
του Μαϊού, τ’ αϊ–Θανασιού
να βάλουμε τα κλήδονα
να βγουν λαμπρά
να βγουν δροσιά!
Καλορίζικα!!!
Εκτός από το τραγούδι αυτό συνηθίζονταν και άλλα τραγούδια σε ρυθμό χορού. Ύστερα ξεκινούσαν όλες μαζί οι κοπέλες για την πλατεία του χωριού όπου συνέχιζαν το χορό και το τραγούδι και κατόπιν επέστρεφαν στην αυλή του σπιτιού της «Νύφης».
Εκεί – καθώς πια είχε σουρουπώσει – έκρυβαν τη στάμνα σε κάποιο απόμερο μέρος του κήπου για να μη φαίνεται από το φόβο μην την πάρουν τα αγόρια και τη σπάσουν. Τα κορίτσια καληνυχτίζονταν και έφευγαν για τα σπίτια τους.
Το απόγευμα της μεθεπόμενης ημέρας (2 Μαϊου) – που είναι η μνήμη του Αγ. Αθανασίου και πανηγυρίζει ο ομώνυμος ιερός ναός του Πυργετού – όλα τα κορίτσια συγκεντρώνονταν στην αυλή του σπιτιού της «Νύφης».
Όταν πια είχαν έρθει όλα τα κορίτσια, τότε άρχιζαν να τραγουδούν:
Συμμαζωχτήτε λυγερές
του Μαϊού, τ’ αϊ–Θανασιού
να βάλουμε τα κλήδονα
να βγουν λαμπρά
να βγουν δροσιά!
Καλορίζικα!!!
Η «Νύφη» έφερνε τη στάμνα με τα λουλούδια στο μέσο της ομήγυρης. Επικρατούσε απόλυτη σιγή.
Και η ομήγυρη έπαιρνε πάλι το δρόμο για το ποτάμι.
Όταν έφταναν στην όχθη του ποταμού η «Νύφη» ξεσκέπαζε τη στάμνα και με το δεξί της χέρι έπαιρνε μια – μια τις χεριές των λουλουδιών και έδινε κάθε ανθοδέσμη σ’ όποιο κορίτσι ανήκε με οδηγό το ξεχωριστό χρώμα του νήματος με το οποίο ήταν δεμένη η ανθοδέσμη.
Οι δροσάτες (χλωρές) ανθοδέσμες δήλωναν, ότι οι κοπέλες, στις οποίες ανήκαν, θα παντρευτούν εκείνη τη χρονιά και, κατ’ επέκταση, ότι στο σπίτι του κοριτσιού θα επικρατούσε «χαρά, υγεία, αγάπη, ευτυχία».
Αν καμιά ανθοδέσμη ήταν μαραμένη τότε αυτό ήταν κακό σημάδι: η κοπέλα, στην οποίαν ανήκε η ανθοδέσμη, δεν θα παντρεύονταν εκείνη τη χρονιά και η οικογένειά της θα δοκίμαζε πολύ μεγάλη στεναχώρια (ασθένεια, κάποια μεγάλη αποτυχία,ίσως και θάνατο).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ:
1. ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΠΥΡΓΕΤΟΥ Από τον Βαγγέλη Μπουλογεώργο ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ τόμος 9 – 10,εκδ. 1981.
2. ΤΟ ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΜΑ ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΑΜΟ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ από τον Κώστα Νταούλα ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ τόμος 9 – 10,εκδ. 1981.
3. Η Λάρισα και η θεσσαλική Ιστορία,Δ΄ τόμος,Κεφάλαιο 22ο,Παραθέματα από τις Πηγές για την Τουρκοκρατία στη Θεσσαλία,Αρχιερατικό έγγραφο περί των προικών από τα Τρίκαλα του 1795.
4. Ο Κλήδονας στον Πυργετό,Βασιλικής Χ. Αγαπίου-Ζήση,
5. http://www.asxetos.gr/Default.aspx?tabId=162&s=156&sc=147
6. Γιώργου Αλβανού,Ο κλήδονας
2. Η φατούρα
3. Ο γάμος
4. Η προίκα στον Πυργετό
5. Ο ΚΛΗΔΟΝΑΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ
6. Βιβλιογραφία-Πηγές πληροφόρησης
Το προξενιό
Όταν κάποιος νέος έφτανε σε ηλικία γάμου και αποφάσιζε να παντρευτεί, την υπόθεση την αναλάμβανε ο προξενητής ή προξενήτρα.
Αν ήθελε να παντρευτεί μια κοπέλα που γνώριζε ο ίδιος ο υποψήφιος γαμπρός η είχε κάποια κατά νου τότε <<έστελναν προξενιό>> όπως έλεγαν.
Αν ούτε ο γαμπρός ούτε κανείς άλλος συγγενής και φίλος ήξερε κάποια κοπέλα που ήθελε να παντρευτεί και να ταίριαζε του γαμπρού πρότεινε κάποια που είχε υπόψην του ο προξενητής ή προξενήτρα.
Ο προξενητής ή προξενήτρα ήταν άτομα έμπειρα που κάνανε συχνά αυτή τη δουλειά είτε από ευχαρίστηση καθότι θεωρούσαν ότι διαπράττουν θεάρεστο έργο είτε από ίδιον όφελος κερδίζοντας έτσι συνήθως ένα ζευγάρι παπούτσια (αρκετά καλό, πρακτικό κι εύχρηστο δώρο σε χαλεπούς καιρούς) και ότι άλλο είχαν ευχαρίστηση οι γονείς των μελλονύμφων ανάλογα με την οικονομική τους δυνατότητα και το πόσο δύσκολη ήταν η περίπτωση του παιδιού τους (δηλ. πόσα μειονεκτήματα είχε).
Αν αποφάσιζαν να πάνε να δούν την υποψήφια νύφη, πηγαίνανε ο γαμπρός, ο προξενητής, ο πατέρας του γαμπρού ή τ’ αδέλφια του (μονό αν υπήρχαν άρρενες και μάλιστα ενήλικες και ένας – δυο το πολύ ή διαφορετικά κάποιος άλλος συγγενής τους συνήθως κάποιος θείος) .
Η παραπάνω συνήθεια καταστρατηγούνταν πολλές φορές με αποτέλεσμα να πάνε να δούν την υποψήφια νύφη σχεδόν όλο το σόι του γαμπρού και η οικογένεια της μελλόνυμφης να υποβάλλεται σε δυσβάσταχτα έξοδα σε εποχές που κι η απλή επιβίωση δεν ήταν δεδομένη.
Το γεγονός αυτό ανάγκασε τη μητρόπολη Τρίκκης σε αρχιερατικό έγγραφο της με ημερομηνία 14 Οκτωβρίου 1795 το οποίο απευθυνόταν σε κλήρο και λαό να λάβει μέτρα κατά των ακραίων αυτών φαινομένων προς ανακούφιση των οικογενειών που είχαν να παντρέψουν κορίτσια.
Σε κάποιες περιπτώσεις συμφωνούσαν μόνο οι πατέρες του ζευγαριού ερήμην του κι έτσι ο γαμπρός και η νύφη γνωρίζονταν μετά το γάμο όταν πήγαιναν στην εκκλησία για να στεφανωθούν, ενώ πριν και καθ’όλη τη διάρκεια του μυστηρίου η νύφη ήταν σκέπασμενη με τα πέπλο.
Κάποιες φορές όμως και σε αυτή τη περίπτωση πριν το γάμο, ο γαμπρός και οι δικοί του πήγαιναν και γνωρίζονταν. Άμα καμιά φορά, η νύφη δεν ήταν όμορφη, τότε το συμπεθεριό έδειχνε στο γαμπρό άλλη κοπέλλα, όμορφη. Όταν όμως τελείωνε ο γάμος, και ξεσκέπαζαν τη νύφη ήταν πολύ αργά για τον γαμπρό.
Υπήρχαν επίσης περιπτώσεις που τύχαινε ο ένας από τους δυο μελλονύμφους να γνωρίζει τον άλλον ενώ ο άλλος όχι και να έχει δώσει την συγκατάθεση του οι δε οικείοι του να συμφωνήσουν με τους μέλλοντες συμπεθέρους ερήμην του ετέρου μελλονύμφου με αποτέλεσμα αυτός να γνωρίσει το πρόσωπο που θα συμβίωνε το υπόλοιπο της ζωής του κατά την εκτέλεση του μυστηρίου.
Άμα πάλι, ο γαμπρός δεν ήταν όμορφος η’ είχε κάποιο πρόβλημα (πχ. μια μικρή αναπηρία, αλλήθωρος, μεγάλος σε ηλικία κτλ.)τότε χαμήλωναν τις απαιτήσεις στην προίκα η’ και δεν ζητούσαν καθόλου.
Πολύ λίγες ήταν οι περιπτώσεις κλοπής της νύφης καθώς και γάμων από έρωτα καθώς στην μεν πρώτη υπήρχε ο κίνδυνος βεντέτας και αιματοχυσίας σε περίπτωση που οι γονείς της νύφης δεν έδιναν την συγκατάθεση τους στην δε δεύτερη δεν το επιτρέπανε τα ήθη της εποχής.
Η φατούρα
Όταν οι πλευρές των ενδιαφερομένων συμφωνούσαν τα αρραβωνιάσματα που στις περισσότερες περιπτώσεις σύμπιπταν με το προξενιό τότε ο προξενητής, μαζί με τον πλησιέστερο συγγενή του γαμπρού και τον πλησιέστερο συγγενή της νύφης συντάσαν και υπογράφαν την φατούρα, δηλαδή ένα είδος σημερινού συμφωνητικού.
Στη φατούρα η οικογένεια της νύφης ζητούσε ένα ειδικό ποσό χρημάτων, παπούτσια για τον προξενητή και για τους κουνιάδους και κουνιάδες, ένα ντουμπλόνι χρυσό, ένα βραχιόλι σκουλαρίκια κλπ.
Αν τυχών ο γαμπρός δεν συμφωνήσει με τη φατούρα της νύφης, διαλύονται οι αρραβώνες.
Μετά την υπογραφή της φατούρας οι δύο νέοι ήταν αρραβωνιασμένοι επισήμως και οι οικογένειες τους διαδίδανε το νέο στο κοινωνικό τους περίγυρο.
Από την ημέρα που θεωρούνταν αρραβωνιάσμενοι μέχρι την ημέρα που παντρεύονταν οι μελλόνυμφοι δεν βλέπονταν μεταξύ τους.
Η φατούρα που έγινε το βράδυ των αρραβώνων πραγματοποιείται τρεις μέρες προ του γάμου συνήθως τότε η νύφη εκάνε τραπέζι το σόϊ του γαμπρού και στο τραπέζι παραβρισκόταν τα ίδια πρόσωπα που είχαν παραβρεθεί και στους αρραβώνες.
Ο γάμος
Οι γάμοι γίνονταν τις Κυριακές.
Την εβδομάδα του γάμου οι ετοιμασίες άρχιζαν απ’ τη Δευτέρα.
Οι γυναίκες συγγενείς και οι γειτόνισσες των μελλονύμφων πήγαιναν καθημερινά στα σπίτια τους για να βοηθήσουν στις ετοιμασίες.
Μεσοβδόμαδα και νεαροί άρρενες συγγενείς και γείτονες των μελλονύμφων καλούσαν όλο το Πυργετό στο γλέντι που θα γινόταν το Σαββατόβραδο.
Τη Πέμπτη, ζύμωναν τις κουλούρες για να καλέσουν επίσημα μ’ αυτές τους βλαμάδες και το νουνό.
Τη Παρασκευή και το Σάββατο, έσφαζαν αρνιά και πρόβατα.
Το Σαββατόβραδο παραβρίσκονταν όλοι όλοι οι κάτοικοι του Πυργετού στο γλέντι που έκαναν.
Όσοι χωριανοί πήγαιναν στο γλέντι, τους πήγαιναν κουλούρες, για να τους ευχηθούν.
Και το γλέντι έφτανε μέχρι το πρωί.
Τη Κυριακή, το πρωί και το μεσημέρι, συνέχιζαν το γλέντι, μέχρι να παν για τα στέφανα.
Τη Κυριακή που θα γίνoταν ο γάμος, ξεκινούσε όλο το σόϊ του γαμπρού μαζί με τους καλεσμένους να πάνε να πάρουν τη νύφη να την πάνε στην εκκλησία, όπου θα γίνουν τα στέφανα.
Μπροστά απ’ όλο το σόϊ του γαμπρού πηγαίνει το φλάμπουρο, που είναι ένα είδος σημαίας, που παριστάνει τον προστάτη Άγιο του Πυργετού Άγιο Αθανάσιο ή τον Άγιο Δημήτριο ή τον Άγιο Γεώργιο.
Όταν ήταν να πάρουν νύφη απ’ άλλο χωριό, ξεκινούσε το συμπεθεριό απ’ το γαμπρό με τα βοϊδάμαξα και με τ’ άλογα. Αυτοί που ‘χαν άλογα, πήγαιναν μπροστά. Ένας απ’ αυτούς κρατούσε ένα φλάμπουρο.
Τους πέντε-έξι άνδρες με άλογα, που τους ονόμαζαν, σκαριάτες έτρεχαν ποιος θα φτάσει πρώτος στο σπίτι της νύφης, να πάρει την κανάτα με το κρασί. Αυτή ήταν μια συνήθειά τους.
Όταν όλος ο κόσμος έφτανε στο σπίτι της νύφης, μαζί με τον γαμπρό, έβγαιναν μπροστά οι συμπέθεροι και τους καλωσόριζαν.
Μετά, όταν έφταναν κι οι άλλοι, γίνονταν τα στέφανα, αφού έδωναν τα δύο σόϊα μεταξύ τους τις πρώτες ευχές, ξεκινούσαν για την εκκλησία έχοντας πάντα μπροστά τους το φλάμπουρο.
Μερικές φορές, οι γάμοι τελούνταν στα σπίτια.
Αν τα στέφανα γινόταν στην εκκλησία, προτού ξεκινήσει η νύφη, χόρευε στο σπίτι της, ενώ ταυτόχρονα, έτρεχαν οι καβαλάρηδες στο σπίτι των κουμπάρων. Όποιος πήγαινε πρώτος, τού ‘διναν μια κανάτα με κρασί και στο γκέμι τού ‘δενε ένα άσπρο μαντήλι. Ύστερα έρχονταν κι οι άλλοι με τα όργανα και πέρναν τους κουμπάρους και πήγαιναν για την εκκλησία.
Αν τα στέφανα γινόταν στο σπίτι της νύφης τότε περνούσε η συνοδεία του γαμπρού και έπαιρναν τους κουμπάρους για να πάνε να τελέσουν το μυστήριο.
Αφού γινόταν τα στέφανα, όλοι μαζί έβγαιναν από την εκκλησία και έστηναν χορό στο προαύλιο της η΄ αν οι γάμοι τελούνταν στα σπίτια έστηναν χορό στην αυλή του.
Στο χορό πρώτος χόρευε ο νουνός η΄ νούνος (νονός του γαμπρού) που τον κρατούσε ο κουμπάρος(που ήταν συνήθως ο γιος του).
Ύστερα έσερναν το χορό ο πεθερός και η πεθερά.
Μετά τα αδέρφια του γαμπρού και μετά τα αδέρφια της νύφης.
Στο χορό ο κουμπάρος κρατούσε το ζευγάρι και ο γαμπρός τους συγγενείς της νύφης ενώ η νύφη τους συγγενείς του γαμπρού.
Τον πεθερό τον κρεμούσαν το τρουβά και τη φτσέλα και τη πεθερά τη σίτα και τη σκούπα. (Σαν να εννοούσαν πως η νύφη με τις απαιτήσεις της θα τους κούραζε περισσότερο). Μετά χόρευαν τα σόϊα και τέλειωνε ο γάμος δηλ. το γλέντι.
Αφού τελείωνε ο χορός πήγαιναν για το σπίτι του γαμπρού.
Έβαζαν τη νύφη και τον γαμπρό με τους βλαμάδες πάνω σ’ ένα κάρο.
Στο δρόμο επειδή η νύφη είχε τη συνήθεια να μην μιλάει οι βλαμάδες έκαναν διάφορες ερωτήσεις τη νύφη για να την κάνουν να μιλήσει.
Μπροστά στην πόρτα απ’ το σπίτι, στέκονταν η πεθερά της νύφης και την περίμενε μ’ ένα δώρο.
Όταν έφτανε το ζευγάρι η πεθερά με τη ζώνη από την παραδοσιακή της στολή τους τύλιγε και τους τραβούσε μέσα στο σπίτι μετά η νύφη της φιλούσε το χέρι κι αυτή την έδινε το δώρο και την κερνούσε γλυκό.
Και προτού μπει μεσ’ στο σπίτι την έβαζε και πατούσε με το δεξί σ’ ένα σίδερο, συνήθως ένα υνί η΄ πέταλο, για να ‘ναι σιδερένια.
Μόλις έφταναν στο σπίτι του γαμπρού έβαζαν ένα σιδερένιο υνί στην πόρτα, απ’ όπου θα περνούσε η νύφη για να γίνει σιδερένια όπως έλεγαν.
Εκεί το έστηναν πάλι στο γλέντι και μάλιστα οι πλησιέστεροι συγγενείς του γαμπρού και της νύφης γλεντούσαν μέχρι το πρωί.
Την άλλη μέρα το σόϊ πήγαιναν τη νύφη στο ποτάμι, και την έλεγαν: «Κλώτσα νύφη τη κανάτα για να βρει κορφή και πάτο». Κι η νύφη κλωτσούσε και έριχνε στο ποτάμι τη κανάτα.
Μετά έβαζαν τη νύφη να φτιάξει πίτα για να φιλέψει τους βλαμάδες.
Έτσι τελείωναν τα δρώμενα του γάμου.
Η προίκα στον Πυργετό
Η προίκα στον Πυργετό σε γενικές γραμμές δινόταν πάντα ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας της νύφης την νοητική, σωματική και εμφανισιακή κατάσταση της ιδίας και την αντίστοιχη του γαμπρού.
Η προίκα χωριζόταν συνήθως στις εξής πέντε κυρίες κατηγορίες :
- χρήματα μετρητά,
- είδη προικός και ιματισμού,
- είδη οικιακής χρήσης,
- σκαπτικά και γεωργικά εργαλεία,
- εισφορά εις καλλιεργήσιμη γη και ζώα.
Παραθέτω αυτούσιο το απόσπασμα του αρχιερατικού έγγραφου:
<<Όλαι δε αύται αι ειρημέναι τάξεις να λαμβάνωσι εις τους γάμους δύο μόνο μπρατίμους και μετά το φίλευμα του πεθερού όπου γίνεται την β΄εσπέρας να φεύγωσιν οι τε μπράτιμοι και οι υπηρέται, όστις δε των γαμβρών θέλει να πηγαίνη εις τον πενθερόν του ή όστις των πενθερών εις τον γαμβρόν του να λαμβάνη εκάτερος τρεις πλησιέστερους συγγενείς του και να πηγαίνη. Έτι δε να παύσωσι από του νυν και εις το εξής τα βρακοϋποκάμισα και γλυκά όπου στέλλονται εκ μέρους της νύμφης προς τον νυμφίον γινομένου του συνοικεσίου. Ομοίως να παύσωσι και τα πεσχέσια του γαμβρού προς τον πενθερόν και άλλους συγγενείς εν τω των γάμων καιρώ (...)>>
Στο τέλος του έγγραφου δια την σίγουρη εφαρμογή του μέτρου η μητρόπολις απειλεί τους πιστούς με επιτίμια και κατάρες.
Ορίστηκε έτσι κάθε τάξη να δίνει όσα παρακάτω περιγράφονται αναλυτικά χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν γινόταν παζαρέματα ,αλλαγές, πλεονασμοί ή παραλήψεις και εκπτώσεις επί ων γενικών κατευθύνσεων και σε γενικές γραμμές πρέπει να ίσχυσε σίγουρα μέχρι την απελευθέρωση το 1881 και μάλλον να έφτασε ως τις αρχές του 20ου αιώνος.
Α. Η α΄τάξη έπρεπε να δίδη προίκα :
1. πεντακόσια γρόσια μετρητά,
2. οκτώ αλλαξιές εσώρουχα,
3. οκτώ μανδήλια μεταξωτά,
4. ένα στρώμα,
5. ένα πάπλωμα,
6. δύο προσκέφαλα,
7. ένα σεντόνι,
8. ένα καζάνι,
9. δύο στρέμματα αμπέλι,
10. δύο τσάπες,
11. ένα σεντούκι,
12. ένα κοφίνι,
13. μια σκάφη ,
14. ένα μπρίκι του καφέ
15. τρεις φορεσιές σκέτες,
16. δύο ζωνάρια αργυρά,
17. τριάκοντα μισόφλωρα στολίδια για φορεσιές,
18. ένα ζευγάρι σκουλαρίκια χρυσά,
19. δύο βαμβακερά υφαντά,
20. δύο φέσια,
21. μια λεκάνην
22. ένα αλέτρι.
Β. Η β΄τάξη να δίδη προίκα :
1. τριακόσια γρόσια μετρητά,
2. έξι αλλαξιές εσώρουχα,
3. έξι μανδήλια μεταξωτά,
4. ένα στρώμα,
5. ένα πάπλωμα,
6. δύο προσκέφαλα,
7. ένα σεντόνι,
8. ένα καζάνι μικρό,
9. ένα στρέμμα αμπέλι,
10. δύο τσάπες,
11. ένα σεντούκι,
12. ένα κοφίνι,
13. μια σκάφη ή λεκάνη ,
14. ένα μπρίκι του καφέ,
15. μια φορεσιά σκέτη,
16. ένα ζωνάρι αργυρό,
17. είκοσι μισόφλωρα στολίδια για φορεσιές,
18. ένα ζευγάρι σκουλαρίκια ασημένια,
19. ένα βαμβακερό υφαντό,
20. ένα φέσι,
21. ένα φωτιστικό(λυχνάρι ή λαμπόγυαλο) ή κηροπήγιο.
Γ. Η γ΄τάξη να δίδη προίκα :
1. εκατόν πεντήκοντα γρόσια μετρητά,
2. τέσσερα μανδήλια μεταξωτά,
3. μία φορεσιάν σκέτη,
4. δέκα μισόφλωρα στολίδια για φορεσιές.
Δ. Η τετάρτη τάξη να δίδη προίκα :
1. ογδόντα γρόσια μετρητά,
2. τρία υποκάμισα,
3. δύο προσκέφαλα,
4. ένα φέσι.
Ο ΚΛΗΔΟΝΑΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ
Στο χώρο της Ελληνικής Λαϊκής Μαντείας ο Κλήδονας κατέχει σπουδαία θέση. Πανάρχαιες οι ρίζες του, γνήσια ελληνικές, χάνονται στην Ομηρική εποχή και πιο πέρα.
Πρόκειται για ένα έθιμο που αν κι έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα η πρώτη γραπτή λεπτομερής περιγραφή γίνεται στους βυζαντινούς χρόνους.
Ο «Κλήδονας» είναι μια λαϊκή μαντική διαδικασία, από τις πιο τελετουργικές όλων των παραδόσεων του τόπου μας, σύμφωνα με τον οποίο αποκαλύπτεται στις άγαμες κοπέλες η ταυτότητα του μελλοντικού τους συζύγου.
Η ίδια η λέξη υπάρχει από την εποχή του Ομήρου, «κλήδων» ονομαζόταν ο προγνωστικός ήχος, και κατ' επέκταση το άκουσμα οιωνισμού ή προφητείας, ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων ή πράξεων κατά τη διάρκεια μαντικής τελετής, στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία.
Το έθιμο τούτο θα καλύψει σχεδόν όλη την υπαίθριο χώρο και μάλιστα εκείνες τις περιοχές στις οποίες η αποκατάσταση των κοριτσιών συναντούσε οικονομικές δυσκολίες και θα φτάσει σε πολλές περιοχές μέχρι την δεκαετία του 1950 αλλά είναι βέβαιο ότι μέχρι το 1940 στον Πυργετό και σε όλη την ελληνική ύπαιθρο τελούνταν κανονικά με διάφορες παραλλαγές.
Η ιδιομορφία στον Πυργετό είναι ότι δεν γίνεται τ’ Αϊ-Γιάννου στις 24 Ιουνίου όπως σχεδόν σε όλη την Ελλάδα αλλά συνδέεται με την πρωτομαγιά και την εορτή τ’ Αϊ–Θανάση (2 Μαϊου).
Με τον Κλήδονα οι ανύπαντρες κοπέλες ήθελαν να μάθουν αν θα παντρευτούν ή όχι τη χρονιά που περνούσαν και κατ’ επέκταση αν στην οικογένειά τους θα είχαν ευτυχία ή θα συμβεί κάτι το πολύ δυσάρεστο.
Οι κοπέλες του Πυργετού που ήταν υποψήφιες για παντρειά κανόνιζαν ποια κοπέλα θα έπαιζε το ρόλο της «Νύφης».
Η «Νύφη» έπρεπε να είναι ανύπαντρη, να είχε σειρά για γάμο και να ζουν οι γονείς της.
Το απόγευμα της προηγούμενης μέρας της Πρωτομαγιάς (30 Απριλίου) κάθε ανύπαντρη κοπέλα μάζευε μόνη της ορισμένα «αγριολούλουδα» που τα ονόμαζαν Κλήδονα και σχημάτιζαν μια «χεριά» (μικρή ανθοδέσμη) και τη «χεριά» αυτή την έδεναν με μια κλωστή διαφορετικού χρώματος (εκτός του μαύρου)για κάθε κορίτσι.
Μια – μια οι κοπέλες ή συνήθως παρέες – παρέες συγκεντρώνονταν στην αυλή του σπιτιού της «Νύφης» με τα αγριολούλουδα στο δεξί τους χέρι.
Όταν πια είχαν μαζευτεί όλες οι κοπέλες που θα λάβαιναν μέρος στον Κλήδονα η «Νύφη» ντυνόταν με λευκό φόρεμα βάζοντας και μια άσπρη μαντήλα (τσίπα) στο κεφάλι της.
Ύστερα έπαιρνε στα χέρια της μια φτίνα (ένα πήλινο δοχείο σαν στάμνα με αρκετό άνοιγμα στο στόμιο) και που είχε δυό λαβές καθώς και ένα καθαρό κόκκινο πανί κατά προτίμηση μεταξωτό.
Η ομήγυρη των κοριτσιών έβαζε στη μέση τη «Νύφη» και όλες οι κοπέλες χαρούμενες και γελαστές τραγουδούσαν το τραγούδι του Κλήδονα:
Συμμαζωχτήτε λυγερές
του Μαϊού, τ’ αϊ–Θανασιού
να βάλουμε τα κλήδονα
να βγουν λαμπρά
να βγουν δροσιά!
Καλορίζικα!
Ύστερα όλα τα κορίτσια, έχοντας μπροστά τη «Νύφη» έπαιρναν το δρόμο για τον παραρρέοντα Αγιαμονιώτη ποταμό .
Όταν έφταναν στην όχθη του ποταμού η «Νύφη», κρατώντας τη στάμνα με το δεξί της χέρι και με τη βοήθεια μιας κοπέλας, έπαιρνε «αμίλητη» νερό από το ποτάμι.
Η στιγμή αυτή ήταν ιερή.
Όλες οι κοπέλες έπρεπε να έπρεπε να είναι σιωπηλές και να προσέχουν προς το μέρος από όπου η «Νύφη» έπαιρνε νερό.
Πρόκειται για το λεγόμενο αμίλητο νερό με μαγικές (μαντικές), καθαρτικές κ.ά ιδιότητες. Αυτή που το έπαιρνε δεν έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν γιατί
τότε το αμίλητο νερό έχανε τις ιδιότητες του.Η σιωπή επιβάλλονταν και στην ομήγυρη.
Αν τυχόν καμιά κοπέλα, από απροσεξία, μιλούσε έστω και λίγο ή γελούσε έστω και πολύ λίγο τότε η «Νύφη» άδειαζε το νερό από τη στάμνα και ξαναγέμιζε με νερό το πήλινο δοχείο ενώ επικρατούσε σιγή.
Στη συνέχεια κάθε κοπέλα έδινε τα δικά της δεμένα λουλούδια (που και αυτά λέγονταν «Κλήδονα») στη «Νύφη», η οποία τα έβαζε με προσοχή στο πήλινο δοχείο.
Αφού, πλέον, έμπαιναν όλες οι ανθοδέσμες στη στάμνα η «Νύφη» σκέπαζε τη στάμνα με το κόκκινο ύφασμα και η ομήγυρη των κοριτσιών έστηνε χορό έχοντας στη μέση τη στάμνα και τραγούδαγε το εξης:
Συμμαζωχτήτε λυγερές
του Μαϊού, τ’ αϊ–Θανασιού
να βάλουμε τα κλήδονα
να βγουν λαμπρά
να βγουν δροσιά!
Καλορίζικα!!!
Εκτός από το τραγούδι αυτό συνηθίζονταν και άλλα τραγούδια σε ρυθμό χορού. Ύστερα ξεκινούσαν όλες μαζί οι κοπέλες για την πλατεία του χωριού όπου συνέχιζαν το χορό και το τραγούδι και κατόπιν επέστρεφαν στην αυλή του σπιτιού της «Νύφης».
Εκεί – καθώς πια είχε σουρουπώσει – έκρυβαν τη στάμνα σε κάποιο απόμερο μέρος του κήπου για να μη φαίνεται από το φόβο μην την πάρουν τα αγόρια και τη σπάσουν. Τα κορίτσια καληνυχτίζονταν και έφευγαν για τα σπίτια τους.
Το απόγευμα της μεθεπόμενης ημέρας (2 Μαϊου) – που είναι η μνήμη του Αγ. Αθανασίου και πανηγυρίζει ο ομώνυμος ιερός ναός του Πυργετού – όλα τα κορίτσια συγκεντρώνονταν στην αυλή του σπιτιού της «Νύφης».
Όταν πια είχαν έρθει όλα τα κορίτσια, τότε άρχιζαν να τραγουδούν:
Συμμαζωχτήτε λυγερές
του Μαϊού, τ’ αϊ–Θανασιού
να βάλουμε τα κλήδονα
να βγουν λαμπρά
να βγουν δροσιά!
Καλορίζικα!!!
Η «Νύφη» έφερνε τη στάμνα με τα λουλούδια στο μέσο της ομήγυρης. Επικρατούσε απόλυτη σιγή.
Και η ομήγυρη έπαιρνε πάλι το δρόμο για το ποτάμι.
Όταν έφταναν στην όχθη του ποταμού η «Νύφη» ξεσκέπαζε τη στάμνα και με το δεξί της χέρι έπαιρνε μια – μια τις χεριές των λουλουδιών και έδινε κάθε ανθοδέσμη σ’ όποιο κορίτσι ανήκε με οδηγό το ξεχωριστό χρώμα του νήματος με το οποίο ήταν δεμένη η ανθοδέσμη.
Οι δροσάτες (χλωρές) ανθοδέσμες δήλωναν, ότι οι κοπέλες, στις οποίες ανήκαν, θα παντρευτούν εκείνη τη χρονιά και, κατ’ επέκταση, ότι στο σπίτι του κοριτσιού θα επικρατούσε «χαρά, υγεία, αγάπη, ευτυχία».
Αν καμιά ανθοδέσμη ήταν μαραμένη τότε αυτό ήταν κακό σημάδι: η κοπέλα, στην οποίαν ανήκε η ανθοδέσμη, δεν θα παντρεύονταν εκείνη τη χρονιά και η οικογένειά της θα δοκίμαζε πολύ μεγάλη στεναχώρια (ασθένεια, κάποια μεγάλη αποτυχία,ίσως και θάνατο).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ:
1. ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΠΥΡΓΕΤΟΥ Από τον Βαγγέλη Μπουλογεώργο ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ τόμος 9 – 10,εκδ. 1981.
2. ΤΟ ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΜΑ ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΑΜΟ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΕΤΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ από τον Κώστα Νταούλα ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ τόμος 9 – 10,εκδ. 1981.
3. Η Λάρισα και η θεσσαλική Ιστορία,Δ΄ τόμος,Κεφάλαιο 22ο,Παραθέματα από τις Πηγές για την Τουρκοκρατία στη Θεσσαλία,Αρχιερατικό έγγραφο περί των προικών από τα Τρίκαλα του 1795.
4. Ο Κλήδονας στον Πυργετό,Βασιλικής Χ. Αγαπίου-Ζήση,
5. http://www.asxetos.gr/Default.aspx?tabId=162&s=156&sc=147
6. Γιώργου Αλβανού,Ο κλήδονας